Καταπέλτης για τη χρήση παράνομων λογισμικών, αλλά και γροθιά στο στομάχι για την ελευθερία του Τύπου στην Ελλάδα αποτελεί το πρώτο κείμενο (draft) της έκθεσης της ευρωβουλευτή Σοφί Ιν’τ Βελτ. Είναι η αρμόδια εισηγήτρια της Επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου PEGA για τη χρήση των παράνομων λογισμικών στην Ε.Ε. και σήμερα παρουσίασε τα συμπεράσματά της από τις επισκέψεις της επιτροπής σε διάφορες χώρες, μεταξύ των οποίων η Ελλάδα και η Κύπρος.
Απαντώντας σε ερώτηση της «Εφ.Συν.», αναφέρει στο ρεπορτάζ της στην εφημερίδα η Μαρία Ψαρά, για το κατά πόσο είναι πεπεισμένη ότι η κυβέρνηση είναι πίσω από τις παρακολουθήσεις, αλλά και πόσο κοντά ήταν το σύστημα αυτό στον Έλληνα πρωθυπουργό, η Σοφί Ιν’τ Βελτ ήταν ξεκάθαρη. «Ξέρουμε ότι τα κακόβουλα λογισμικά παρακολούθησης πωλούνται κυρίως σε κυβερνήσεις. Και σε ιδιώτες, αλλά θα πρέπει να είναι πάρα πολύ πλούσιοι, δισεκατομμυριούχοι. Ποιος θα είχε αυτό το κίνητρο να δώσει αυτά τα χρήματα; Κι έπειτα από τη λίστα των ατόμων που παρακολουθούνταν, καταλαβαίνουμε ότι ήταν κυρίως πολιτικοί και δημοσιογράφοι. Ποιος θα είχε τα χρήματα και θα τα διέθετε για την παρακολούθηση αυτών των ατόμων;»
«Κι έπειτα ξέρουμε ότι κάποια από τα πρόσωπα ήταν ήδη υπό παρακολούθηση της ΕΥΠ. Είναι σύμπτωση;», συμπλήρωσε, εξηγώντας ότι τα μέλη της επιτροπής, για να μπορέσουν να έχουν «καπνισμένο όπλο» (smoking gun), να βρουν δηλαδή ακριβείς απαντήσεις, θα πρέπει να τους επιτραπεί η πρόσβαση σε χαρακτηρισμένα ως απόρρητα έγγραφα. Η ίδια πάντως χαρακτήρισε μη πειστικό το επιχείρημα της κυβέρνησης ότι το Predator χρησιμοποιούσαν ιδιώτες.
«Έπρεπε να στηριχτούμε σε άλλες πηγές, πέραν της κυβέρνησης. Αντιλαμβάνομαι ότι είναι στη ευχέρεια του Έλληνα πρωθυπουργού να άρει το απόρρητο. Θα μπορούσε να το κάνει αυτό και τότε θα αποκαλυφθούν πολλές πληροφορίες», σημείωσε απαντώντας σε άλλη ερώτηση. «Οι αποκαλύψεις του Documento δεν είναι οι πρώτες. Έχει περάσει πολύς καιρός με δημοσιεύματα, ήδη από πέρσι. Οι Αρχές θα μπορούσαν να έχουν επιδείξει επείγουσα έννοια για τη διερεύνηση. Τώρα θα υπάρξει έρευνα από τον εισαγγελέα, ελπίζω σύντομα να έχουμε αποτελέσματα».
Η ίδια δεν παρέλειψε να επαναλάβει ότι εντύπωση της προκάλεσε το γεγονός ότι η έρευνα στην Intellexa δεν έφερε καμία κατάσχεση, καμία ανάκριση, προσθέτοντας ότι «φαντάζομαι ότι τώρα όποια απόδειξη υπήρχε θα έχει εξαφανιστεί».
«Η κατασκοπία για πολιτικούς λόγους δεν είναι κάτι καινούργιο για την Ελλάδα, αλλά οι νέες τεχνολογίες κατασκοπίας καθιστούν την παράνομη παρακολούθηση πολύ πιο εύκολα, ιδίως σε ένα πλαίσιο σοβαρά αποδυναμωμένων εγγυήσεων», είναι ένα από τα συμπεράσματα της ευρωβουλευτού των Ευρωπαίων Φιλελευθέρων.
«Σε αντίθεση με άλλες περιπτώσεις, όπως η Πολωνία, η κατάχρηση του spyware δεν φαίνεται να είναι μέρος μιας ολοκληρωμένης αυταρχικής στρατηγικής, αλλά μάλλον ένα εργαλείο που χρησιμοποιείται ad hoc για πολιτικά και οικονομικά οφέλη. Ωστόσο, διαβρώνει εξίσου τη δημοκρατία και το κράτος Δικαίου και αφήνει άπλετο χώρο στη διαφθορά, ενώ αυτοί οι ταραγμένοι καιροί απαιτούν αξιόπιστες και υπεύθυνες ηγεσίες», προσθέτει.
Και το συμπέρασμά της αδιαπραγμάτευτο: εν όψει των γενικών εκλογών που θα διεξαχθούν την άνοιξη του 2023, η κατάσταση πρέπει να αντιμετωπιστεί επειγόντως και να αποσαφηνιστεί, «ώστε να μη δημιουργηθεί καμία αμφιβολία για την ακεραιότητα των εκλογών του 2023».
Το πρώτο κείμενο της έκθεσης, που παρουσιάστηκε σήμερα ενώπιον των ευρωβουλευτών, αλλά και του Τύπου στις Βρυξέλλες συμπεριλαμβάνει ένα αναλυτικό ιστορικό των γεγονότων, μια παρουσίαση των προσώπων που εμπλέκονται με τις παρακολουθήσεις και προσπαθεί να δώσει απαντήσεις σε βασικά ερωτήματα που έχουν προκύψει.
Μεταξύ άλλων αναφέρεται ότι αν επιβεβαιωθεί ο κατάλογος του Dοcumento, «μοιάζει με ένα εντυπωσιακό who is who της πολιτικής, των επιχειρήσεων και των μέσων ενημέρωσης στην Ελλάδα».
«Ο αντίκτυπος αυτής της μεγάλης κλίμακας πολιτικής χρήσης κατασκοπευτικού λογισμικού είναι απείρως μεγαλύτερος από τα πρόσωπα που εμφανίζονται στη λίστα, καθώς όλες οι αντίστοιχες επαφές και διασυνδέσεις τους “συλλαμβάνονται” έμμεσα επίσης στην επιχείρηση κατασκοπείας, συμπεριλαμβανομένων των επαφών τους σε όργανα της Ε.Ε.», αναφέρεται.
Ένα ερώτημα που εξετάζεται διεξοδικά είναι ποιος αγόρασε το Predator. «Τόσο η ΕΥΠ όσο και η κυβέρνηση αρνούνται κατηγορηματικά ότι το Predator έχει ποτέ αγοραστεί ή χρησιμοποιηθεί από τις ελληνικές αρχές. Παρά το γεγονός ότι η χρήση κατασκοπευτικού λογισμικού είναι παράνομη στην Ελλάδα, δεν φαίνεται να υπάρχει έντονη έρευνα για την προέλευση των επιθέσεων spyware. Οι αποκαλύψεις σχετικά με τη χρήση spyware και την παρακολούθηση δημοσιογράφων από την ΕΥΠ λένε μια πολύ ανησυχητική ιστορία, ενός περίπλοκου και αδιαφανούς δικτύου σχέσεων, πολιτικών και επιχειρηματικών συμφερόντων, εξυπηρετήσεων και νεποτισμού και πολιτικής επιρροής», τονίζεται με νόημα.
«Είναι εύκολο να χαθεί κανείς στον λαβύρινθο. Ωστόσο, αναδύονται μερικά μοτίβα. Μια πολιτική πλειοψηφία χρησιμοποιείται για την προώθηση των συγκεκριμένων συμφερόντων και όχι του γενικού συμφέροντος, κυρίως με το διορισμό συνεργατών και πιστών σε θέσεις-κλειδιά, όπως η ΕΥΠ, η ΕΑΔ και η Krikel. Ενώ η κατασκοπία, ενδεχομένως σε συνδυασμό με νόμιμες υποκλοπές, χρησιμοποιείται ως εργαλείο πολιτικής εξουσίας και ελέγχου στα χέρια της ανώτατης πολιτικής ηγεσίας της χώρας. Εκ των προτέρων και εκ των υστέρων ελεγκτικοί μηχανισμοί έχουν σκόπιμα αποδυναμωθεί και η διαφάνεια και η λογοδοσία αποφεύγεται. Κριτικοί δημοσιογράφοι ή αξιωματούχοι που μάχονται κατά της διαφθοράς και της απάτης αντιμετωπίζουν εκφοβισμό και παρεμπόδιση και δεν υπάρχει προστασία των πληροφοριοδοτών».
Η ίδια φαίνεται, πάντως, ότι είναι πεπεισμένη για το πρόσωπο του Δημητριάδη ως εμπλεκόμενο στις παρακολουθήσεις. Μάλιστα επισημαίνει ότι ο Δημητριάδης φέρεται να έχει επίσης γνωριμίες με τον Ανδρέα Λοβέρδο, υποψήφιο για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής το 2021.
Αντίδραση του ΣΥΡΙΖΑ
Από τον ΣΥΡΙΖΑ έρχεται η πρώτη αντίδραση στο προσχέδιο έκθεσης της PEGA, με την επιτροπή να δείχνει το μέγαρο Μαξίμου πίσω από τις υποκλοπές, κατηγορώντας, επίσης την κυβέρνηση ότι δεν πραγματοποίησε καμία έρευνα για το σκάνδαλο.
Με μια ανακοίνωση σε υψηλούς τόνους η αξιωματική αντιπολίτευση κάνει λόγο για προσχέδιο – κόλαφο για το σκάνδαλο υποκλοπών, το οποίο «εστιάζει στις στενές σχέσεις του Μαξίμου με το σκοτεινό κέντρων των υποκλοπών και στις υπόγειες διαδρομές των εμπλεκόμενων εταιριών που φτάνουν μέχρι την ΕΥΠ».
Ο ΣΥΡΙΖΑ υπογραμμίζει τις δηλώσεις της εισηγήτριας της επιτροπής Σόφι Ιν’τ Βελτ, η οποία υπογραμμίζει την άμεση ανάγκη να αρθεί το απόρρητο που επικαλείται ο πρωθυπουργός.
«Όσο κι αν προσπαθεί ο κ. Μητσοτάκης να κρατήσει στο σκοτάδι τις ευθύνες του για το σκάνδαλο των υποκλοπών, όλοι πλέον έχουν καταλάβει το πλήγμα στη Δημοκρατία και το κράτος δικαίου από τη σκοτεινή διακυβέρνησή του» σημειώνει ο ΣΥΡΙΖΑ χαρακτηριστικά.
Η ανακοίνωση
«Νέα πανωλεθρία Μητσοτάκη στην PEGA – Καμία έρευνα δεν έγινε για την διαλεύκανση της υπόθεσης»
Κόλαφο για τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τις πρακτικές του αποτελεί η παρουσίαση του προσχεδίου της Έκθεσης της Εξεταστικής Επιτροπής PEGA του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τις υποκλοπές.
Η έρευνα της PEGA, σε αντίθεση με την “παρωδία” στην οποία εξελίχθηκε η Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής με εντολή Μητσοτάκη, εστιάζει στις στενές σχέσεις του Μαξίμου με το σκοτεινό κέντρων των υποκλοπών και στις υπόγειες διαδρομές των εμπλεκόμενων εταιριών που φτάνουν μέχρι την ΕΥΠ. Και επισημαίνει ότι καμία έρευνα δεν έχει γίνει για τη διαλεύκανση της υπόθεσης, αντιθέτως έχει αρχίσει η καταστροφή των στοιχείων.
Ταυτόχρονα, σύμφωνα με την εισηγήτρια της Έκθεσης από τις Βρυξέλλες, είναι επιτακτική ανάγκη να αρθεί άμεσα το απόρρητο που επικαλείται ο κ. Μητσοτάκης για να εμποδίσει την έρευνα. Ενώ τονίζεται ξεκάθαρα, όπως ακριβώς έχει επισημάνει και ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ Αλέξης Τσίπρας, ότι η χώρα δεν είναι δυνατόν να οδηγηθεί σε εκλογές με “ανοιχτό” το θέμα των υποκλοπών.
Η έκθεση αναφέρει χαρακτηριστικά ότι “Είναι μια ανησυχητική ιστορία γύρω από ένα περίπλοκο και αδιαφανές δίκτυο σχέσεων πολιτικών και επιχειρηματικών συμφερόντων με εύνοια, νεποτισμό και πολιτική επιρροή”.
Όσο κι αν προσπαθεί ο κ. Μητσοτάκης να κρατήσει στο σκοτάδι τις ευθύνες του για το σκάνδαλο των υποκλοπών, όλοι πλέον έχουν καταλάβει το πλήγμα στη Δημοκρατία και το κράτος δικαίου από τη σκοτεινή διακυβέρνησή του.